- Μηνύματα
- 55.244
- Reaction score
- 137.873
Η σχέση μου με τα Magnepan ξεκίνησε το 1991-1992 με την απόκτηση του SMG3aII, ηχείο «αναφοράς» της προηγούμενης δεκαετίας, το οποίο και απέκτησα μεταχειρισμένο σε εξαιρετική τιμή. Τα προηγούμενα ηχεία μου ήταν τα μεσαία μοντέλα της TDL.
Το πρώτο άμεσο πρόβλημα που συνάντησα ήταν η οδήγησή τους, για την οποία ο τότε ενισχυτής (Musical Fidelity P-180 mosfet 100w με το εξωτερικό τροφοδοτικό) ήταν ανεπαρκής. Με ιδιοκατασκευή νέου τροφοδοτικού με χρήση 1KVA μετασχηματιστή και πυκνωτών συνολικής χωρητικότητας 400.000mf τα αποτελέσματα υπήρξαν σαφώς περισσότερο ικανοποιητικά, αλλά μετά λίγο καιρό και πάλι το αίσθημα της ανεπάρκειας επανήλθε.
Επόμενη κίνηση η αναβάθμιση του ενισχυτή με τον κορυφαίο της Counterpoint τον Solid 2, ενός γιγαντιαίου σε μέγεθος solid state ενισχυτικού μιας εταιρίας με παράδοση στα λαμπάτα, ο οποίος συνδύαζε mosfet και transistor, με μεγάλο αριθμό ημιαγωγών ανα κανάλι, τερατώδες τροφοδοτικό και εξαιρετικά αποθέματα ισχύος (400w, 40A).
Τα αποτελέσματα ήταν σαφώς ανώτερα και επιτέλους η οδήγηση των Magnepan ήταν συνολικά ικανοποιητική.
Στο σεταπ εκείνο χρησιμοποιούσα ως προ τον Conrad-Johnson PF-1L, έναν line level op-amp based προ με πολύ καλά υλικά ακόμα και στην τροφοδοσία (SOLEN), ενώ καλώδια ηχείων ήταν σε τετρακαλωδίωση τα Van Den Hull Revelation. Πηγή Meridian transport $ Dac, interconnects Kimber silver.
Σύντομα αναβαθμίστηκε το dac με το Goldmund Mimesis 14 και το transport με το Micromega Classic Data.
Αν και ο ήχος ήταν σε πολύ καλά επίπεδα, κάτι με «έτρωγε», και συνέχιζα να δοκιμάζω διαφορετικά ενισχυτικά, κυρίως SS, μέχρι που μια μέρα έπεσαν στα χέρια μου τα λαμπάτα VTL και έπαθα μεγάλη ζημιά. Ο ήχος τους ήταν σαφώς καλύτερος και η οδήγηση επαρκής παρά την πολύ χαμηλότερη ονομαστική ισχύ τους. Τότε εμφανίστηκαν μεταχειρισμένα τα Esoteric Audio Research 509mkII, μονομπλόκ λαμπάτα 100W που ξεκίνησαν τη σταδιοδρομία τους ως επαγγελματικά ενισχυτικά και μετέπειτα απέσπασαν εξαιρετικές κριτικές από ξένα περιοδοκά του ειδικού τύπου, υλοποιήσεις του γνωστού γκουρού Tim De Paravinchini. Τα άκουσα και κόλλησα. Ο ήχος τους ήταν σαφώς καλύτερος από ό,τι άλλο είχα ακούσει, ενώ ιδιαίτερη εντύπωση μου προκάλεσε το τρομερό μπάσσο τους, που τερμάτιζε τη μεμβράνη των Magnepan για πλάκα. Χωρίς πολλά πολλά τον απέκτησα.
Και λίγο καιρό αργότερα για αντικατάσταση των λυχνιών με καινούριες παρήγγειλα ματσαρισμένες από την τότε Sonic Frontiers (μετέπειτα The Parts Connection), με τον λογότυπο Ram Tubes, τεσταρισμένες με πολύ καλά χαρακτηριστικά. Σαφής και πάλι η βελτίωση. Η επαφή μου με την Sonic Frontiers ήταν καταστροφική, αφού με έφερε σε επαφή με τα καλύτερα υλικά του πλανήτη. Σύντομα αντικατέστησα σχεδόν όλα τα μέτρια προς κακά υλικά του ενισχυτή (καλωδιώσεις με silver in teflon, ποτενσιόμετρο με ladder, βάσεις λυχνιών, πυκνωτές σήματος με ΜΙΤ, λοιποί ποικνωτές με Solen, δίοδοι και πυκνωτές τροφοδοσίας, βύσματα εισόδου εξόδου με Cardas). Τώρα το συνολικό αποτέλεσμα ήταν 2 κλάσεις πάνω, ο ενθουσιασμός μου μεγάλος.
Επιπλέον κέρδος η απαλλαγή από τον προενισχυτή, αφού ο EAR διέθετε ποτενσιόμετρο ελέγχου volume στην είσοδο και πέραν του ικανοποιητικού σταδίου προενίσχυσης, και σε συνδυασμό με το πολύ αξιόλογο στάδιο εξόδου του Dac της Goldmung υλοποιημένο από διακριτά εξαρτήματα και όχι op-amps, το αποτέλεσμα με την αφαίρεση του προ ήταν ακόμα καλύτερο. Πλέον δοκιμές έγιναν στο παθητικό volume control των EAR, όπου χρησιμοποιήθηκαν blue velvet και black beauty Alps, και τελικά κατέληξα στη χρήση step ladder attenuator υλοποιημένο από αντιστάσεις τανταλίου και επιλογέα με βραχυκυκλωμένες ενδιάμεσες θέσεις της ELMA, 11 θέσεων, λύση που μου έδωσε μακράν καλύτερα αποτελέσματα.
Μεταγενέστερα χρησιμοποιήθηκε επιτυχώς και σε συνδυασμό με μια ιδιοκατασκευή με λυχνίες σε χρήση buffer που έδωσε κάτι ακόμα. Υλικά πάντα κορυφαία, από Elna Cerafine, αντιστάσεις τανταλίου, τσοκ Hammond και βάσεις λυχνιών με θωράκιση.
--->
Το πρώτο άμεσο πρόβλημα που συνάντησα ήταν η οδήγησή τους, για την οποία ο τότε ενισχυτής (Musical Fidelity P-180 mosfet 100w με το εξωτερικό τροφοδοτικό) ήταν ανεπαρκής. Με ιδιοκατασκευή νέου τροφοδοτικού με χρήση 1KVA μετασχηματιστή και πυκνωτών συνολικής χωρητικότητας 400.000mf τα αποτελέσματα υπήρξαν σαφώς περισσότερο ικανοποιητικά, αλλά μετά λίγο καιρό και πάλι το αίσθημα της ανεπάρκειας επανήλθε.
Επόμενη κίνηση η αναβάθμιση του ενισχυτή με τον κορυφαίο της Counterpoint τον Solid 2, ενός γιγαντιαίου σε μέγεθος solid state ενισχυτικού μιας εταιρίας με παράδοση στα λαμπάτα, ο οποίος συνδύαζε mosfet και transistor, με μεγάλο αριθμό ημιαγωγών ανα κανάλι, τερατώδες τροφοδοτικό και εξαιρετικά αποθέματα ισχύος (400w, 40A).
Τα αποτελέσματα ήταν σαφώς ανώτερα και επιτέλους η οδήγηση των Magnepan ήταν συνολικά ικανοποιητική.
Στο σεταπ εκείνο χρησιμοποιούσα ως προ τον Conrad-Johnson PF-1L, έναν line level op-amp based προ με πολύ καλά υλικά ακόμα και στην τροφοδοσία (SOLEN), ενώ καλώδια ηχείων ήταν σε τετρακαλωδίωση τα Van Den Hull Revelation. Πηγή Meridian transport $ Dac, interconnects Kimber silver.
Σύντομα αναβαθμίστηκε το dac με το Goldmund Mimesis 14 και το transport με το Micromega Classic Data.
Αν και ο ήχος ήταν σε πολύ καλά επίπεδα, κάτι με «έτρωγε», και συνέχιζα να δοκιμάζω διαφορετικά ενισχυτικά, κυρίως SS, μέχρι που μια μέρα έπεσαν στα χέρια μου τα λαμπάτα VTL και έπαθα μεγάλη ζημιά. Ο ήχος τους ήταν σαφώς καλύτερος και η οδήγηση επαρκής παρά την πολύ χαμηλότερη ονομαστική ισχύ τους. Τότε εμφανίστηκαν μεταχειρισμένα τα Esoteric Audio Research 509mkII, μονομπλόκ λαμπάτα 100W που ξεκίνησαν τη σταδιοδρομία τους ως επαγγελματικά ενισχυτικά και μετέπειτα απέσπασαν εξαιρετικές κριτικές από ξένα περιοδοκά του ειδικού τύπου, υλοποιήσεις του γνωστού γκουρού Tim De Paravinchini. Τα άκουσα και κόλλησα. Ο ήχος τους ήταν σαφώς καλύτερος από ό,τι άλλο είχα ακούσει, ενώ ιδιαίτερη εντύπωση μου προκάλεσε το τρομερό μπάσσο τους, που τερμάτιζε τη μεμβράνη των Magnepan για πλάκα. Χωρίς πολλά πολλά τον απέκτησα.
Και λίγο καιρό αργότερα για αντικατάσταση των λυχνιών με καινούριες παρήγγειλα ματσαρισμένες από την τότε Sonic Frontiers (μετέπειτα The Parts Connection), με τον λογότυπο Ram Tubes, τεσταρισμένες με πολύ καλά χαρακτηριστικά. Σαφής και πάλι η βελτίωση. Η επαφή μου με την Sonic Frontiers ήταν καταστροφική, αφού με έφερε σε επαφή με τα καλύτερα υλικά του πλανήτη. Σύντομα αντικατέστησα σχεδόν όλα τα μέτρια προς κακά υλικά του ενισχυτή (καλωδιώσεις με silver in teflon, ποτενσιόμετρο με ladder, βάσεις λυχνιών, πυκνωτές σήματος με ΜΙΤ, λοιποί ποικνωτές με Solen, δίοδοι και πυκνωτές τροφοδοσίας, βύσματα εισόδου εξόδου με Cardas). Τώρα το συνολικό αποτέλεσμα ήταν 2 κλάσεις πάνω, ο ενθουσιασμός μου μεγάλος.
Επιπλέον κέρδος η απαλλαγή από τον προενισχυτή, αφού ο EAR διέθετε ποτενσιόμετρο ελέγχου volume στην είσοδο και πέραν του ικανοποιητικού σταδίου προενίσχυσης, και σε συνδυασμό με το πολύ αξιόλογο στάδιο εξόδου του Dac της Goldmung υλοποιημένο από διακριτά εξαρτήματα και όχι op-amps, το αποτέλεσμα με την αφαίρεση του προ ήταν ακόμα καλύτερο. Πλέον δοκιμές έγιναν στο παθητικό volume control των EAR, όπου χρησιμοποιήθηκαν blue velvet και black beauty Alps, και τελικά κατέληξα στη χρήση step ladder attenuator υλοποιημένο από αντιστάσεις τανταλίου και επιλογέα με βραχυκυκλωμένες ενδιάμεσες θέσεις της ELMA, 11 θέσεων, λύση που μου έδωσε μακράν καλύτερα αποτελέσματα.
Μεταγενέστερα χρησιμοποιήθηκε επιτυχώς και σε συνδυασμό με μια ιδιοκατασκευή με λυχνίες σε χρήση buffer που έδωσε κάτι ακόμα. Υλικά πάντα κορυφαία, από Elna Cerafine, αντιστάσεις τανταλίου, τσοκ Hammond και βάσεις λυχνιών με θωράκιση.
--->