- Μηνύματα
- 41.202
- Reaction score
- 83.308
«Ο Πόντος εσταυρώθη. Τετέλεσται» – Ο ιστορικός λόγος του Λεωνίδα Ιασονίδη, το 1922
Απόσπασμα από τον ιστορικό λόγο του Λεωνίδα Ιασονίδη που εκφωνήθηκε κατά το εθνικό μνημόσυνο υπέρ των σφαγιασθέντων Ποντίων κατά την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στο ναό Αγίου Νικολάου του Γαλατά της Κωνσταντινούπολης, στις 24 Απριλίου 1922, χοροστατούντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Μελετίου Μεταξάκη.
Παναγιώτατε, σεβασμιώτατοι, αξιότιμος ομήγυρις,
Μελανίστιος εκ πένθους η «Αργώ» παραπλέει τας ακτάς, ρίπτει κατά γης τη λύραν ο Ορφεύς, ο δε Ιάσων, στηρίζων περίλυπος την κεφαλήν επί του πηδαλίου της ολκάδος, χύνει δάκρυ θαλερόν. Αι Αμαζόνες παρά τον Θερμώδοντα διακόπτουσι τους ιππικούς, οι δε Μύριοι του Ξενοφώντος προ της Τραπεζούντος αναστέλλουσι τους γυμνικούς αυτών αγώνας.
Οι «τηλόθεν εξ Αλύβης, όθεν αργύρου εστί γενέθλη», της επαρχίας Χαλδίας και οι εκ Κρώμνης και οι εξ Αιγιαλού εθελονταί του Τρωικού Πολέμου της πατρίδος, άπωθεν διαπυνθανόμενοι την τραγικήν τελετήν, ολολύζουσιν ως νήπια «παρά θίν’ αλός ατρυγέτοιο».
Την πατρίδα του βλέπων πυρπολουμένην, τους άνδρας εξοριζομένους τα δε γυναικόπαιδα θνήσκοντα εκ πείνης, εγκαταλείπει Σινώπην την παλαίφατον Διογένης ο Κυνικός και, πρόσφυξ γενόμενος εν Ελλάδι, κυλίει τήδε κακείσε τον πίθον της προσφυγικότητος, κρατών δε φανόν ανά χείρας ζητεί τον άνθρωπον, όστις θα σώση τη γενέτειράν του.
Εις δημοσίαν πλατείαν της πατρίδος του, Αμασείας, βλέπων εν μία και μόνη ημέρα εστημένας 69 αγχόνας φεύγει ο Στράβων, περιπλανώμενος κοσμοπολίτης και απαρηγόρητος νοσταλγός.
Βασίλειος ο Μέγας και Γρηγόριος ο Θεολόγος περίτρομοι από τους γόους και τους στεναγμούς τών εν τω ναώ του Αγίου Γεωργίου Πατλαμά τουφεκιζομένων γυναικοπαίδων, διακόπτουσι, παρά την Κερασούντα, τη συγγραφήν της Φιλοκαλίας, από δε τους κλαυθμυρισμούς τών κατά των πετρών της Πουλαντζάκης και των Κοτυώρων συντριβομένων και συνθλωμένων νηπίων, Χρυσοστόμου του Ιωάννου στενάζει ο τάφος εν Κουκουσώ της επαρχίας Νεοκαισαρείας. Θρηνεί τον επιτάφιον θρήνον η Παναγία του Σουμελά, προσκόπτει και θρυμματίζεται ο ίππος του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα, επί πίνακι δε ζητείται η κεφαλή του ευθαρσούς Ιωάννου της Μονής του Βεζελώνος.
Αι Μυροφόροι αδελφαί Μακεδονία, Θράκη και Ιωνία και αι Ωκεανίδες Νύμφαι Κρήτη τε και Χίος και Μυτιλήνη, του πένθους περιβεβλημέναι τον πέπλον τον μελανόν, προσέρχονται εις το μνήμαν ζητούσαι τον Νεκρόν.
Προς τον Θεόν της Χριστιανοσύνης δεήσεις δεν αναπέμπονται πλέον, ο ήχος των κωδώνων δεν αντιλαλεί εις τους αιθέρας, εσίγησεν η ελληνική φωνή του Ευαγγελίου, δεν κελαρύζει ο ρύαξ, δεν ανθεί η φύσις, δεν κελαδούν τα πτηνά, ο Μάιος δεν είναι Μάιος. Εφέτος άνοιξιν δεν έχομεν, το παν απ’ άκρου εις άκρον πενθεί, διότι ο Πόντος απέθανεν. Ο Πόντος εσταυρώθη. Τετέλεσται. Ηλί, ηλί λαμά σαβαχθανί. Ποίος ο θρηνούμενος νεκρός;
Είναι υιός μονογενής της Ελλάδος με πολλάς αδελφάς, εν μεν χρόνοις μυθικοίς εκ πατρός Φρίξου γεννηθείς και διά της Αργοναυτικής Εκστρατείας του ελληνικού πολιτισμού εις Εύξεινον βαπτισθείς, εν δε τοις ιστορικοίς χρόνοις εκ Μιλήτου ορμηθέντες οι Ίωνες ίδρυσαν το 790 π.Χ. τη Σινώπην, αρχαιοτέραν του Βυζαντίου, είτα δε τας άλλας «Ελληνίδας», κατά έκφρασιν του τε Στράβωνος και του Ξενοφώντος, πόλεις, Ηράκλειαν, την Αμισόν, «Πειραιά» το πρώτον καλουμένην, την Ερμώνασσαν (Πλάτανα), την Τραπεζούντα, απάσας κατά τους εν λόγω ιστορικούς, οικουμένας καλώς, αξιολόγοις γυμνασίοις και αγοραίς και στοαίς κεκοσμημένας λαμπρώς, άνδρας δε εξενεγκούσας αγαθούς, φιλοσόφους, ποιητάς και συγγραφείς και μαθηματικούς και γραμματικούς.
Αυτός είναι ο Πόντος, ο από Ινεπόλεως μέχρι Κολχίδος διήκων και ένδον μέχρι Τοκάτης και Αμασείας την ακτίνα επεκτείνων.
Ο Πόντος αυτός, από Φιλίππου του Αποστόλου εκχριστιανισθείς, εστάθη το ακρότατον κατά της βαρβαρικής Ασίας προπύργιον, Ακρίτας και Βιγλάτωρ του πολιτισμού και του Χριστιανισμού γενόμενος επί αιώνας, αναχαιτίσας πολλάκις και ανακόψας τας των ασιατικών ορδών επιδρομάς, θαυμασιώτατον υπάρξας ορμητήριον των μεγάλων Βυζαντινών κατά των Περσών εκστρατείας και καθέδρα αυτοκρατορίας αναδειχθείς είκοσι Κομνηνών αυτοκρατόρων.
Ο Βυζαντινός Ελληνισμός, ακοίμητος φρουρός του παγκοσμίου πολιτισμού, με τον έναν οφθαλμόν, την Κωνσταντινούπολιν, έβλεπε τη Δύσιν, και με τον άλλον οφθαλμόν, την Τραπεζούντα, έβλεπεν όλη την Ανατολήν.
Η εξόρυξις του ενός οφθαλμού τη 29η Μαΐου 1453 μοιραίως επήνεγκε και την εξόρυξιν του ετέρου οφθαλμού τη 15η Αυγούστου 1461.
Σκότος βαθύ και λαίλαψ αγρία αιμοχαρούς τυραννίας ενέσκηψαν εις τον ορίζοντα την ελληνικόν, ο δε Πόντος, μη έχων πού να προσφύγη και τας του Τραπεζουντίου Βησσαρίωνος εν Ευρώπη υπέρ Σταυροφορίας τινός ενεργείας ιδών ναυαγήσασας, προς διαφύλαξιν της πίστεως του εθνισμού του, κατήλθεν εις την κατακόμβην, εκρύβη υπό κοιλίαν Αμνού της Εκκλησίας και κατώρθωσε διά των αιώνων να περισώση εαυτόν, πολλούς βεβαίως συντρόφους απολέσας εν στόματι Κικόνων και Λαιστρυγόνων και Κυκλώπων. Μουσουλμάνος εν τω φανερώ, χριστιανός δε εν τω κρυπτώ αυτός ο πολύκροτος Σταυριώτης, αυτός ο φαινομενικός «Ούτις», εκδηλωθείς και αποκαλυφθείς κατά τον ΙΘ΄ αιώνα και το αληθινόν αυτού όνομα διακηρύξας, κατώρθωσε τοιαύτην να δημιουργήση κοινωνικήν, εκκλησιαστικήν, σχολειακήν, εμπορικήν και οικονομικήν ανθηρότητητα, ευρρωστίαν και υπεροχήν απέναντι όλων των συνοίκων λαών, ώστε να προκαλή το μίσος, τον φθόνον και τη μανίαν του δυνάστου, όστις και απεφάσισεν, αυτόν Προμηθέα, τον φορέα του φωτός και του πολιτισμού, να πασσαλώση επί των απορρώγων βράχων του Καυκάσου, όπερ και έκαμε. [...]

Απόσπασμα από τον ιστορικό λόγο του Λεωνίδα Ιασονίδη που εκφωνήθηκε κατά το εθνικό μνημόσυνο υπέρ των σφαγιασθέντων Ποντίων κατά την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στο ναό Αγίου Νικολάου του Γαλατά της Κωνσταντινούπολης, στις 24 Απριλίου 1922, χοροστατούντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Μελετίου Μεταξάκη.
Παναγιώτατε, σεβασμιώτατοι, αξιότιμος ομήγυρις,
Μελανίστιος εκ πένθους η «Αργώ» παραπλέει τας ακτάς, ρίπτει κατά γης τη λύραν ο Ορφεύς, ο δε Ιάσων, στηρίζων περίλυπος την κεφαλήν επί του πηδαλίου της ολκάδος, χύνει δάκρυ θαλερόν. Αι Αμαζόνες παρά τον Θερμώδοντα διακόπτουσι τους ιππικούς, οι δε Μύριοι του Ξενοφώντος προ της Τραπεζούντος αναστέλλουσι τους γυμνικούς αυτών αγώνας.
Οι «τηλόθεν εξ Αλύβης, όθεν αργύρου εστί γενέθλη», της επαρχίας Χαλδίας και οι εκ Κρώμνης και οι εξ Αιγιαλού εθελονταί του Τρωικού Πολέμου της πατρίδος, άπωθεν διαπυνθανόμενοι την τραγικήν τελετήν, ολολύζουσιν ως νήπια «παρά θίν’ αλός ατρυγέτοιο».
Την πατρίδα του βλέπων πυρπολουμένην, τους άνδρας εξοριζομένους τα δε γυναικόπαιδα θνήσκοντα εκ πείνης, εγκαταλείπει Σινώπην την παλαίφατον Διογένης ο Κυνικός και, πρόσφυξ γενόμενος εν Ελλάδι, κυλίει τήδε κακείσε τον πίθον της προσφυγικότητος, κρατών δε φανόν ανά χείρας ζητεί τον άνθρωπον, όστις θα σώση τη γενέτειράν του.
Εις δημοσίαν πλατείαν της πατρίδος του, Αμασείας, βλέπων εν μία και μόνη ημέρα εστημένας 69 αγχόνας φεύγει ο Στράβων, περιπλανώμενος κοσμοπολίτης και απαρηγόρητος νοσταλγός.
Βασίλειος ο Μέγας και Γρηγόριος ο Θεολόγος περίτρομοι από τους γόους και τους στεναγμούς τών εν τω ναώ του Αγίου Γεωργίου Πατλαμά τουφεκιζομένων γυναικοπαίδων, διακόπτουσι, παρά την Κερασούντα, τη συγγραφήν της Φιλοκαλίας, από δε τους κλαυθμυρισμούς τών κατά των πετρών της Πουλαντζάκης και των Κοτυώρων συντριβομένων και συνθλωμένων νηπίων, Χρυσοστόμου του Ιωάννου στενάζει ο τάφος εν Κουκουσώ της επαρχίας Νεοκαισαρείας. Θρηνεί τον επιτάφιον θρήνον η Παναγία του Σουμελά, προσκόπτει και θρυμματίζεται ο ίππος του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα, επί πίνακι δε ζητείται η κεφαλή του ευθαρσούς Ιωάννου της Μονής του Βεζελώνος.
Αι Μυροφόροι αδελφαί Μακεδονία, Θράκη και Ιωνία και αι Ωκεανίδες Νύμφαι Κρήτη τε και Χίος και Μυτιλήνη, του πένθους περιβεβλημέναι τον πέπλον τον μελανόν, προσέρχονται εις το μνήμαν ζητούσαι τον Νεκρόν.
Προς τον Θεόν της Χριστιανοσύνης δεήσεις δεν αναπέμπονται πλέον, ο ήχος των κωδώνων δεν αντιλαλεί εις τους αιθέρας, εσίγησεν η ελληνική φωνή του Ευαγγελίου, δεν κελαρύζει ο ρύαξ, δεν ανθεί η φύσις, δεν κελαδούν τα πτηνά, ο Μάιος δεν είναι Μάιος. Εφέτος άνοιξιν δεν έχομεν, το παν απ’ άκρου εις άκρον πενθεί, διότι ο Πόντος απέθανεν. Ο Πόντος εσταυρώθη. Τετέλεσται. Ηλί, ηλί λαμά σαβαχθανί. Ποίος ο θρηνούμενος νεκρός;
Είναι υιός μονογενής της Ελλάδος με πολλάς αδελφάς, εν μεν χρόνοις μυθικοίς εκ πατρός Φρίξου γεννηθείς και διά της Αργοναυτικής Εκστρατείας του ελληνικού πολιτισμού εις Εύξεινον βαπτισθείς, εν δε τοις ιστορικοίς χρόνοις εκ Μιλήτου ορμηθέντες οι Ίωνες ίδρυσαν το 790 π.Χ. τη Σινώπην, αρχαιοτέραν του Βυζαντίου, είτα δε τας άλλας «Ελληνίδας», κατά έκφρασιν του τε Στράβωνος και του Ξενοφώντος, πόλεις, Ηράκλειαν, την Αμισόν, «Πειραιά» το πρώτον καλουμένην, την Ερμώνασσαν (Πλάτανα), την Τραπεζούντα, απάσας κατά τους εν λόγω ιστορικούς, οικουμένας καλώς, αξιολόγοις γυμνασίοις και αγοραίς και στοαίς κεκοσμημένας λαμπρώς, άνδρας δε εξενεγκούσας αγαθούς, φιλοσόφους, ποιητάς και συγγραφείς και μαθηματικούς και γραμματικούς.
Αυτός είναι ο Πόντος, ο από Ινεπόλεως μέχρι Κολχίδος διήκων και ένδον μέχρι Τοκάτης και Αμασείας την ακτίνα επεκτείνων.
Ο Πόντος αυτός, από Φιλίππου του Αποστόλου εκχριστιανισθείς, εστάθη το ακρότατον κατά της βαρβαρικής Ασίας προπύργιον, Ακρίτας και Βιγλάτωρ του πολιτισμού και του Χριστιανισμού γενόμενος επί αιώνας, αναχαιτίσας πολλάκις και ανακόψας τας των ασιατικών ορδών επιδρομάς, θαυμασιώτατον υπάρξας ορμητήριον των μεγάλων Βυζαντινών κατά των Περσών εκστρατείας και καθέδρα αυτοκρατορίας αναδειχθείς είκοσι Κομνηνών αυτοκρατόρων.
Ο Βυζαντινός Ελληνισμός, ακοίμητος φρουρός του παγκοσμίου πολιτισμού, με τον έναν οφθαλμόν, την Κωνσταντινούπολιν, έβλεπε τη Δύσιν, και με τον άλλον οφθαλμόν, την Τραπεζούντα, έβλεπεν όλη την Ανατολήν.
Η εξόρυξις του ενός οφθαλμού τη 29η Μαΐου 1453 μοιραίως επήνεγκε και την εξόρυξιν του ετέρου οφθαλμού τη 15η Αυγούστου 1461.
Σκότος βαθύ και λαίλαψ αγρία αιμοχαρούς τυραννίας ενέσκηψαν εις τον ορίζοντα την ελληνικόν, ο δε Πόντος, μη έχων πού να προσφύγη και τας του Τραπεζουντίου Βησσαρίωνος εν Ευρώπη υπέρ Σταυροφορίας τινός ενεργείας ιδών ναυαγήσασας, προς διαφύλαξιν της πίστεως του εθνισμού του, κατήλθεν εις την κατακόμβην, εκρύβη υπό κοιλίαν Αμνού της Εκκλησίας και κατώρθωσε διά των αιώνων να περισώση εαυτόν, πολλούς βεβαίως συντρόφους απολέσας εν στόματι Κικόνων και Λαιστρυγόνων και Κυκλώπων. Μουσουλμάνος εν τω φανερώ, χριστιανός δε εν τω κρυπτώ αυτός ο πολύκροτος Σταυριώτης, αυτός ο φαινομενικός «Ούτις», εκδηλωθείς και αποκαλυφθείς κατά τον ΙΘ΄ αιώνα και το αληθινόν αυτού όνομα διακηρύξας, κατώρθωσε τοιαύτην να δημιουργήση κοινωνικήν, εκκλησιαστικήν, σχολειακήν, εμπορικήν και οικονομικήν ανθηρότητητα, ευρρωστίαν και υπεροχήν απέναντι όλων των συνοίκων λαών, ώστε να προκαλή το μίσος, τον φθόνον και τη μανίαν του δυνάστου, όστις και απεφάσισεν, αυτόν Προμηθέα, τον φορέα του φωτός και του πολιτισμού, να πασσαλώση επί των απορρώγων βράχων του Καυκάσου, όπερ και έκαμε. [...]