- Μηνύματα
- 684
- Reaction score
- 2.166
Blow Up: Το ιστορικό δισκάδικο όπου η Θεσσαλονίκη γνώρισε την μουσική
Από Χριστίνα Παρασκευοπούλου - April 8, 2018
Περπατώντας κατά μήκος του πιο κεντρικού πεζόδρομου της πόλης, συναντάς πολλά κτίρια και καταστήματα με ιστορία. Ενώ όμως άλλα είναι εμφανή, υπάρχουν και σημεία που προσπερνάς κάθε μέρα χωρίς να συνειδητοποιείς την μεγάλη καλτ ιστορία που κουβαλούν μέσα τους, κι ας έχουν αλλάξει όψη και σκοπό.
Στην Αριστοτέλους 8, στο κτίριο που γνωρίζουμε ως Βοσπόριον Μέγαρο, στο σημείο που σήμερα συναντάμε το μοναδικό κατάστημα υποδημάτων του άξονα μετά το ημικύκλιο, παλιά βρίσκαμε ένα μαγαζί όπου γράφτηκε ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας των μουσικόφιλων της πόλης.
Ο λόγος φυσικά για το Blow Up, ένα από τα πιο παλιά δισκάδικα της Θεσσαλονίκης, που μετά από τρεις ολόκληρες δεκαετίες ύπαρξης στην πόλη, έκλεισε τις πόρτες του πάνω στην έξαρση της διαδικτυακής μουσικής έναντι των υλικών της εκδόσεων, το 2006. Η οικογένεια όμως που το είχε, διατήρησε το κατάστημα σε άλλη μορφή, αλλάζοντας εμπόρευμα. Εκεί ήταν που συναντήσαμε τον κ. Δημήτρη Διλμπέρη, από τον οποίο ξεκίνησε όλη η ιστορία.
Η ιστορία του Blow Up ξεκίνησε όταν ο κ. Δημήτρης Διλμπέρης αποφάσισε το 1968, στα 21 του χρόνια, να επιχειρήσει να βιοποριστεί από την μεγάλη του αγάπη, την μουσική. Παίρνοντας δανεικά λοιπόν, άνοιξε το πρώτο του δισκάδικο στην οδό Βασ. Όλγας 38, σε μια εποχή που τα δισκάδικα στη Θεσσαλονίκη ήταν ακόμη ελάχιστα. Μετά από 4-5 χρόνια, στην επιχείρηση, που άρχισε να ακμάζει, προστέθηκαν τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του, ο Χρήστος και ο Εμμανουήλ Διλμπέρης, και το 1976 έγινε το βήμα να ανοίξει ένα νέο κατάστημα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, εκεί όπου γράφτηκε το μεγαλύτερο κομμάτι της ιστορίας του Blow Up. Του μοναδικού δισκάδικου της Ελλάδας που συμπεριλήφθη στον διεθνή κατάλογο του Billboard. Από όπου πέρασαν μεγάλοι ξένοι και Έλληνες καλλιτέχνες κι όπου αγόρασε ίσως η μισή Θεσσαλονίκη τους δίσκους που ακόμα φυλάει στα πατάρια και τις πρώτες αφίσες συγκροτημάτων που κυκλοφόρησαν στην πόλη.
Στην κουβέντα μας, ο κ. Διλμπέρης θυμάται το ξεκίνημα με ένα μεγάλο χαμόγελο: “Η αγάπη μου για την μουσική, και έχοντας ένα συγκρότημα, όπως εκείνη την εποχή οι περισσότεροι νέοι της Θεσσαλονίκης, με οδήγησε να κάνω κάτι σαν επάγγελμα που μου άρεσε. Ήμουν 21 στα 22. Πολύ μικρός. Μου άρεσε η εγγλέζικη μουσική, Beatles, Rolling Stones, Shadows, η κλασική ροκ, και διάφορα άλλα συγκροτήματα της εποχής που ήταν στην Αγγλία, εκεί αναπτυσσόταν περισσότερο αυτή η μουσική.
Ήταν πάρα πολύ μικρή η παρουσία δισκοπωλείων τότε στην πόλη. Μετά ήταν που έγινε το μπαμ, το ‘72, ‘73, ‘74, τότε έγινε το μπαμ και υπήρχαν πάρα πολλά δισκοπωλεία. Στη δεκαετία του ‘70, κι αυτό είναι σίγουρο, είχαν φτάσει στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης γύρω στα 200 δισκάδικα. Κάθε δρομάκι είχε και δισκάδικο. Βέβαια, οι περισσότεροι ήταν, ας το πούμε, ηχογραφιτζήδες. Δηλαδή, βασίζονταν πολύ περισσότερο στο να γράφουν μια κασέτα παρά να πουλάνε μουσική, δίσκους, βινύλια. Ηχογραφούσαν από τους δίσκους και τα πουλούσαν. Κάνανε κασέτες.
Ήταν ένα μεγάλο κατάστημα, που αυτό ενέπνευσε πάρα πολλούς, ο κ. Βεργιάδης, ένα πολύ παλιό κατάστημα. Τα περισσότερα μαγαζιά άνοιξαν έχοντας δουλέψει στον Βεργιάδη. Εγώ βέβαια δεν είχα καμία σχέση. Εγώ ήμουν αυτόνομος. Άκουγα μουσική πάρα πολύ. Είχα ένα ραδιόφωνο παγκοσμίου λήψεως και κάθε βράδυ ξενυχτούσα ακούγοντας το ράδιο Μόντε Κάρλο και το ράδιο Λουξεμβούργο. Αυτά τα δύο ήταν η πηγή κάθε είδους μουσικής, και ροκ και ποπ που επικρατούσε τότε. Ειδικά ευρωπαϊκής μουσικής περισσότερο. Εγώ ήξερα πολύ πριν βγει κάτι στην αγορά, πριν έρθουν καν εδώ.”
Από Χριστίνα Παρασκευοπούλου - April 8, 2018

Περπατώντας κατά μήκος του πιο κεντρικού πεζόδρομου της πόλης, συναντάς πολλά κτίρια και καταστήματα με ιστορία. Ενώ όμως άλλα είναι εμφανή, υπάρχουν και σημεία που προσπερνάς κάθε μέρα χωρίς να συνειδητοποιείς την μεγάλη καλτ ιστορία που κουβαλούν μέσα τους, κι ας έχουν αλλάξει όψη και σκοπό.
Στην Αριστοτέλους 8, στο κτίριο που γνωρίζουμε ως Βοσπόριον Μέγαρο, στο σημείο που σήμερα συναντάμε το μοναδικό κατάστημα υποδημάτων του άξονα μετά το ημικύκλιο, παλιά βρίσκαμε ένα μαγαζί όπου γράφτηκε ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας των μουσικόφιλων της πόλης.

Ο λόγος φυσικά για το Blow Up, ένα από τα πιο παλιά δισκάδικα της Θεσσαλονίκης, που μετά από τρεις ολόκληρες δεκαετίες ύπαρξης στην πόλη, έκλεισε τις πόρτες του πάνω στην έξαρση της διαδικτυακής μουσικής έναντι των υλικών της εκδόσεων, το 2006. Η οικογένεια όμως που το είχε, διατήρησε το κατάστημα σε άλλη μορφή, αλλάζοντας εμπόρευμα. Εκεί ήταν που συναντήσαμε τον κ. Δημήτρη Διλμπέρη, από τον οποίο ξεκίνησε όλη η ιστορία.

Η ιστορία του Blow Up ξεκίνησε όταν ο κ. Δημήτρης Διλμπέρης αποφάσισε το 1968, στα 21 του χρόνια, να επιχειρήσει να βιοποριστεί από την μεγάλη του αγάπη, την μουσική. Παίρνοντας δανεικά λοιπόν, άνοιξε το πρώτο του δισκάδικο στην οδό Βασ. Όλγας 38, σε μια εποχή που τα δισκάδικα στη Θεσσαλονίκη ήταν ακόμη ελάχιστα. Μετά από 4-5 χρόνια, στην επιχείρηση, που άρχισε να ακμάζει, προστέθηκαν τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του, ο Χρήστος και ο Εμμανουήλ Διλμπέρης, και το 1976 έγινε το βήμα να ανοίξει ένα νέο κατάστημα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, εκεί όπου γράφτηκε το μεγαλύτερο κομμάτι της ιστορίας του Blow Up. Του μοναδικού δισκάδικου της Ελλάδας που συμπεριλήφθη στον διεθνή κατάλογο του Billboard. Από όπου πέρασαν μεγάλοι ξένοι και Έλληνες καλλιτέχνες κι όπου αγόρασε ίσως η μισή Θεσσαλονίκη τους δίσκους που ακόμα φυλάει στα πατάρια και τις πρώτες αφίσες συγκροτημάτων που κυκλοφόρησαν στην πόλη.

Στην κουβέντα μας, ο κ. Διλμπέρης θυμάται το ξεκίνημα με ένα μεγάλο χαμόγελο: “Η αγάπη μου για την μουσική, και έχοντας ένα συγκρότημα, όπως εκείνη την εποχή οι περισσότεροι νέοι της Θεσσαλονίκης, με οδήγησε να κάνω κάτι σαν επάγγελμα που μου άρεσε. Ήμουν 21 στα 22. Πολύ μικρός. Μου άρεσε η εγγλέζικη μουσική, Beatles, Rolling Stones, Shadows, η κλασική ροκ, και διάφορα άλλα συγκροτήματα της εποχής που ήταν στην Αγγλία, εκεί αναπτυσσόταν περισσότερο αυτή η μουσική.
Ήταν πάρα πολύ μικρή η παρουσία δισκοπωλείων τότε στην πόλη. Μετά ήταν που έγινε το μπαμ, το ‘72, ‘73, ‘74, τότε έγινε το μπαμ και υπήρχαν πάρα πολλά δισκοπωλεία. Στη δεκαετία του ‘70, κι αυτό είναι σίγουρο, είχαν φτάσει στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης γύρω στα 200 δισκάδικα. Κάθε δρομάκι είχε και δισκάδικο. Βέβαια, οι περισσότεροι ήταν, ας το πούμε, ηχογραφιτζήδες. Δηλαδή, βασίζονταν πολύ περισσότερο στο να γράφουν μια κασέτα παρά να πουλάνε μουσική, δίσκους, βινύλια. Ηχογραφούσαν από τους δίσκους και τα πουλούσαν. Κάνανε κασέτες.
Ήταν ένα μεγάλο κατάστημα, που αυτό ενέπνευσε πάρα πολλούς, ο κ. Βεργιάδης, ένα πολύ παλιό κατάστημα. Τα περισσότερα μαγαζιά άνοιξαν έχοντας δουλέψει στον Βεργιάδη. Εγώ βέβαια δεν είχα καμία σχέση. Εγώ ήμουν αυτόνομος. Άκουγα μουσική πάρα πολύ. Είχα ένα ραδιόφωνο παγκοσμίου λήψεως και κάθε βράδυ ξενυχτούσα ακούγοντας το ράδιο Μόντε Κάρλο και το ράδιο Λουξεμβούργο. Αυτά τα δύο ήταν η πηγή κάθε είδους μουσικής, και ροκ και ποπ που επικρατούσε τότε. Ειδικά ευρωπαϊκής μουσικής περισσότερο. Εγώ ήξερα πολύ πριν βγει κάτι στην αγορά, πριν έρθουν καν εδώ.”

Last edited by a moderator: