- Μηνύματα
- 25.548
- Reaction score
- 22.031
Εντάξει, τα πήρες. Όχι στο κρανίο. Τα άλλα, τα ηχεία. Και τα ενισχυτικά. Και τις πηγές – μου θες και στρήμιν, τρομάρα σου! Δε γκοιτάς εκεί πέρα να πάρεις κανένα βινύλιο κι ένα τουρτοειδές πικάπ, να μπεις κι εσύ στο high end, που κάθεσαι κι ασχολείσαι με ψηφιακίλες. Καλά, είσαι ντιπ για ντιπ αναίσθητος, τί να σου πω!
Αλλά εντάξει! Εγώ γι’ άλλο σε θέλω. Καινούργια έτσι; Με τις δαχτυλιές της κοπέλας στη συσκευασία του εργοστασίου. Αφόρετα. Κι αφόρητα. Νομίζεις ότι σου κάνω πλάκα, ή στα καλά καθούμενα έγινα κακός και βγάζω αρνητικό βάιμπ και σου χαλάω τη διάθεση; Αρ γιου σούρ; Μ;
Βλέπω φουρτουνάκηδες, βλέπω βροντάκηδες και μακρυκωσταίους και κοντογιώργηδες κι απ’ όλα. Και βλέπω και ανυποψιάστους – καλά ρε, ανυποψίαστους. Βγαίνει τελοσπάντων το παιδί, ανοίγει ένα θέμα, έχω αυτό, να το δώσω; Και τί να πάρω; Εκείνο; Το άλλο;
Αμ ο άλλος; Ανοίγει νέο θέμα, κουφάλες πήρα αυτό. Καλό δεν είναι; Κι τον αρχίζετε στα μπράβο μεγάλε, και ωωωωωαααα πάρτυ τάιμ, και μεγειές – πού πάτε και τις βρίσκετε αυτές τις μεγειές ρε; Εγώ δεν έχω καταφέρει να βρω ούτε ένα μεγειόδεντρο. Tέλος πάντων.
Θέτε να είσαστε ευγενικοί; Η σιωπή δεν είναι ευγένεια – ποτέ δεν ήταν. Μιλήστε του, πείτε του, πείτε τού την. Μεγάλε, ανέβασες φωτό, βλέπω γυμνούς τοίχους, αδειανή γωνία, κουρτίνες στη σύνταξη και βιβλιοθήκη στο υπόγειο. Σόρρυ, αλλά ξέρ’ς τί θα πει αδειανή γωνία; Εννιά ντιμπί στα 150Hz. Εννιά, όχι οχτώ. Οκ; Νοτ Οκ! Ρε not, pas, nicht, δεν, πώς το λένε! Κάνε κάτι, πάρε και βάλε κάτι στον τοίχο – όχι κέντημα της γιαγιάς με ματ τζάμι ρε παπάρα, απ’ τη Σκύλλα στη Χάρυβδι θα πας; Πάρε ένα απορροφητήρι, ένα σκορπιστήρι, ένα τέτχοιο τελοσπάντωνε, δε ζούμε πχια στη δεκαετία του ‘90, που όλοι άκουγαν τη διαφορά της ECC88 απ’ τη 6DJ8 από καραμούζες 5ψήφιας τιμής. Πέρασε καιρός, έφυγε νερό, ήρθε άλλο, μάθαμε, δοκιμάσαμε, αντιδράσαμε, πειστήκαμε, απορρίψαμε, αλλά κυρίως μάθαμε.
Να πεις ότι δεν υπάρχει πραμάτεια στην αγορά; Εδώ έχουν καρφώσει στον τοίχο ντιφχιούζορες μέχρι και αλαφροΐσκιωτοι βινυλορηβγιούερς της κακιάς ώρ… γκουχ, της λάμπας, εδώ περιποίηση δωματίου πουλάνε πλέον και τα χαϊφιντελομάγαζα. Πείτε τους δυό λόγια, εντάξει, με το μαλακό, και με συγκατάβαση και ευγενικά, και τί κάνετε πωσειστεκαλαπαντακαλά και τα δέοντα στην κουμπάρα παλιοτυχεριάκια καταφερτζή, αλλά μιλήστε. Μην τον αφήνετε τον άλλο ξυπόλητο στα τριβόλια.
Δεν θέλει η άλλη! Δεν θέλει, να την κάνει να θέλει. Να ωραίο θέμα για συζήτηση, ντιφιουζοροψηστήρι! Πες – πες, θα συνηθίσει, τουλάχιστον στην ιδέα.
Να κι άλλο ενδιαφέρον θέμα: όμορφοι ντιφιούζορς. Η αλήθεια είναι πως αυτές οι σαχλές γκριζομαυρίλες δεν θα έπρεπε να έχουν θέση ούτε σε ερασιτεχνικό φτωχοστούντιο, όχι σε χαϊφιντελόσπιτο. Υπάρχουν βέβαια και προϊόντα καλαίσθητα, αλλά είναι λίγα. Είναι ακόμη λίγα; Μήπως έχω μείνει πίσω από τις εξελίξεις;
Τί θα πει “γιατί δε μιλάω εγώ”! Πάλι εγώ; Μαναχά εγώ – κι ο Έαρ και καναδγυό ακόμα; Πάρτε ρε κι εσείς λίγη ρετσινιά – σιγά και τί θα πάθετε.
Είδα τις προάλλες ένα θέμα που άνοιξε ένα παιδί, να τα δώσω τα ηχεία να πάρω εκείνα; Ή τα άλλα; Του είπα του παιδιού να ανεβάσει μια φωτό του χώρου, ανέβασε φωτογραφίες το παιδί, όλα καλά. Εκτός από δυό πράγματα. Γυμνοί τοίχοι και περσίδες αντί για κουρτίνες. Κι όπου ο τοίχος ήταν καλυμμένος, ήταν καλυμμένος με την οθόνη της τηβής. Και είχε τη διάθεση το παιδί να ξοδέψει και κάποιο σεβαστό ποσό, όχι ένα χιλιάρικο. Μου ήρθε ίλιγγος! Σα να λέμε, θα πάρω μια τζουλιέττα σε εκείνο το υπέροχο κρεμ της Άλφα Ρομέο, να κάθομαι να το απολαμβάνω το βράδι, κάτω από το πορτοκαλί φως του στύλου! Και δεν του είπε κανένας τίποτα. Ούτε εγώ. Προ ημερών είχα δει στο YT ένα χορευτικό γύρω στα δύο – δυόμισυ λεπτά όλο κι όλο, και πίσω από τους χορευτές ο τοίχος ήταν καλυμμένος με ξύλινο αυλακωτό διαχυτή μεγάλου ύψους. Έφαγα τον τόπο στο χίστορυ, δεν κατάφερα να το εντοπίσω (καθώς βλέπω πολλά, ξεφορτωθήκαμε την τηβή και δεν το μετανιώσαμε ποτέ). Ε, και το άφησα, άι λετ ιτ γκόου που έλεγε και η γιαγιά μου η Άννα...
Γιατί σας τα λέω αυτά; Για τρεις λόγους:
1. …
3. Όσο κακό και να είναι, κανένα ηχείο δεν έπαιξε χειρότερα σε δωμάτιο με ελεγχόμενες ανακλάσεις.
Κάποιος πρέπει να του μιλήσει για το ρεξόνα, αλλά όχι πάντα ο ίδιος. Ε, πια!
Αλλά εντάξει! Εγώ γι’ άλλο σε θέλω. Καινούργια έτσι; Με τις δαχτυλιές της κοπέλας στη συσκευασία του εργοστασίου. Αφόρετα. Κι αφόρητα. Νομίζεις ότι σου κάνω πλάκα, ή στα καλά καθούμενα έγινα κακός και βγάζω αρνητικό βάιμπ και σου χαλάω τη διάθεση; Αρ γιου σούρ; Μ;
Βλέπω φουρτουνάκηδες, βλέπω βροντάκηδες και μακρυκωσταίους και κοντογιώργηδες κι απ’ όλα. Και βλέπω και ανυποψιάστους – καλά ρε, ανυποψίαστους. Βγαίνει τελοσπάντων το παιδί, ανοίγει ένα θέμα, έχω αυτό, να το δώσω; Και τί να πάρω; Εκείνο; Το άλλο;
Αμ ο άλλος; Ανοίγει νέο θέμα, κουφάλες πήρα αυτό. Καλό δεν είναι; Κι τον αρχίζετε στα μπράβο μεγάλε, και ωωωωωαααα πάρτυ τάιμ, και μεγειές – πού πάτε και τις βρίσκετε αυτές τις μεγειές ρε; Εγώ δεν έχω καταφέρει να βρω ούτε ένα μεγειόδεντρο. Tέλος πάντων.
Θέτε να είσαστε ευγενικοί; Η σιωπή δεν είναι ευγένεια – ποτέ δεν ήταν. Μιλήστε του, πείτε του, πείτε τού την. Μεγάλε, ανέβασες φωτό, βλέπω γυμνούς τοίχους, αδειανή γωνία, κουρτίνες στη σύνταξη και βιβλιοθήκη στο υπόγειο. Σόρρυ, αλλά ξέρ’ς τί θα πει αδειανή γωνία; Εννιά ντιμπί στα 150Hz. Εννιά, όχι οχτώ. Οκ; Νοτ Οκ! Ρε not, pas, nicht, δεν, πώς το λένε! Κάνε κάτι, πάρε και βάλε κάτι στον τοίχο – όχι κέντημα της γιαγιάς με ματ τζάμι ρε παπάρα, απ’ τη Σκύλλα στη Χάρυβδι θα πας; Πάρε ένα απορροφητήρι, ένα σκορπιστήρι, ένα τέτχοιο τελοσπάντωνε, δε ζούμε πχια στη δεκαετία του ‘90, που όλοι άκουγαν τη διαφορά της ECC88 απ’ τη 6DJ8 από καραμούζες 5ψήφιας τιμής. Πέρασε καιρός, έφυγε νερό, ήρθε άλλο, μάθαμε, δοκιμάσαμε, αντιδράσαμε, πειστήκαμε, απορρίψαμε, αλλά κυρίως μάθαμε.
Να πεις ότι δεν υπάρχει πραμάτεια στην αγορά; Εδώ έχουν καρφώσει στον τοίχο ντιφχιούζορες μέχρι και αλαφροΐσκιωτοι βινυλορηβγιούερς της κακιάς ώρ… γκουχ, της λάμπας, εδώ περιποίηση δωματίου πουλάνε πλέον και τα χαϊφιντελομάγαζα. Πείτε τους δυό λόγια, εντάξει, με το μαλακό, και με συγκατάβαση και ευγενικά, και τί κάνετε πωσειστεκαλαπαντακαλά και τα δέοντα στην κουμπάρα παλιοτυχεριάκια καταφερτζή, αλλά μιλήστε. Μην τον αφήνετε τον άλλο ξυπόλητο στα τριβόλια.
Δεν θέλει η άλλη! Δεν θέλει, να την κάνει να θέλει. Να ωραίο θέμα για συζήτηση, ντιφιουζοροψηστήρι! Πες – πες, θα συνηθίσει, τουλάχιστον στην ιδέα.
Να κι άλλο ενδιαφέρον θέμα: όμορφοι ντιφιούζορς. Η αλήθεια είναι πως αυτές οι σαχλές γκριζομαυρίλες δεν θα έπρεπε να έχουν θέση ούτε σε ερασιτεχνικό φτωχοστούντιο, όχι σε χαϊφιντελόσπιτο. Υπάρχουν βέβαια και προϊόντα καλαίσθητα, αλλά είναι λίγα. Είναι ακόμη λίγα; Μήπως έχω μείνει πίσω από τις εξελίξεις;
Τί θα πει “γιατί δε μιλάω εγώ”! Πάλι εγώ; Μαναχά εγώ – κι ο Έαρ και καναδγυό ακόμα; Πάρτε ρε κι εσείς λίγη ρετσινιά – σιγά και τί θα πάθετε.
Είδα τις προάλλες ένα θέμα που άνοιξε ένα παιδί, να τα δώσω τα ηχεία να πάρω εκείνα; Ή τα άλλα; Του είπα του παιδιού να ανεβάσει μια φωτό του χώρου, ανέβασε φωτογραφίες το παιδί, όλα καλά. Εκτός από δυό πράγματα. Γυμνοί τοίχοι και περσίδες αντί για κουρτίνες. Κι όπου ο τοίχος ήταν καλυμμένος, ήταν καλυμμένος με την οθόνη της τηβής. Και είχε τη διάθεση το παιδί να ξοδέψει και κάποιο σεβαστό ποσό, όχι ένα χιλιάρικο. Μου ήρθε ίλιγγος! Σα να λέμε, θα πάρω μια τζουλιέττα σε εκείνο το υπέροχο κρεμ της Άλφα Ρομέο, να κάθομαι να το απολαμβάνω το βράδι, κάτω από το πορτοκαλί φως του στύλου! Και δεν του είπε κανένας τίποτα. Ούτε εγώ. Προ ημερών είχα δει στο YT ένα χορευτικό γύρω στα δύο – δυόμισυ λεπτά όλο κι όλο, και πίσω από τους χορευτές ο τοίχος ήταν καλυμμένος με ξύλινο αυλακωτό διαχυτή μεγάλου ύψους. Έφαγα τον τόπο στο χίστορυ, δεν κατάφερα να το εντοπίσω (καθώς βλέπω πολλά, ξεφορτωθήκαμε την τηβή και δεν το μετανιώσαμε ποτέ). Ε, και το άφησα, άι λετ ιτ γκόου που έλεγε και η γιαγιά μου η Άννα...
Γιατί σας τα λέω αυτά; Για τρεις λόγους:
1. …
2. Όποιος έβαλε στον τοίχο λίγο έλεγχο των ανακλάσεων, δεν ξαναγύρισε πίσω.Όποιος έστησε sub (ακόμη και αν έβρισε λίγο στην αρχή που ήταν αρρύθμιστο), μόλις το "έφερε" έστω και λίγο στα σωστά του και μπήκε στο πνεύμα... δεν ξαναγύρισε πίσω...
3. Όσο κακό και να είναι, κανένα ηχείο δεν έπαιξε χειρότερα σε δωμάτιο με ελεγχόμενες ανακλάσεις.
Κάποιος πρέπει να του μιλήσει για το ρεξόνα, αλλά όχι πάντα ο ίδιος. Ε, πια!