Ο μαφιόζος αρχινονός, συνοδευόμενος μόνο από τον δικηγόρο του, μπαίνει σ'ένα δωματιάκι όπου περιμένει ο λογιστής του.
Ο Νονός ρωτά το λογιστή: «Πού βρίσκονται τα τρία εκατομμύρια δολάρια που καταχράστηκες;»
Ο λογιστής δεν απαντά.
Ο Νονός τον ξαναρωτά: «Λέγε, πού είναι τα τρία εκατομμύρια που καταχράστηκες;»
Ο δικηγόρος τον διακόπτει. «Με συγχωρείτε, αλλά είναι κωφάλαλος και δεν σας καταλαβαίνει.
Αν θέλετε, κάνω εγώ τον διερμηνέα».
«Ρώτα τον, λοιπόν», λέει ο αρχινονός, «τι έχει κάνει τα λεφτά που μας έφαγε;»
Χρησιμοποιώντας τη νοηματική γλώσσα, ο δικηγόρος ρωτά τον λογιστή πού βρίσκονται τα τρία εκατομμύρια δολάρια.
Ο λογιστής με νοήματα τού απαντά: «Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάτε».
Ο Νονός βγάζει το πιστόλι του, ακουμπά την κάνη στον κρόταφο του λογιστή, οπλίζει και ξαναλέει:
«Ρώτα τον άλλη μια φορά τι έχει κάνει τα λεφτά».
Ο δικηγόρος λέει με νοήματα στον λογιστή: «Θέλει οπωσδήποτε να του πεις
πού είναι τα λεφτά αλλιώς σε πυροβολεί στο κεφάλι τώρα».
«Εντάξει, εντάξει», απαντά ο λογιστής με νοήματα.
«Πες του ότι τα έχω κρύψει σε μια βαλίτσα στο υπόστεγο πίσω από το σπίτι μου!»
Ο Νονός αδημονεί: «Λοιπόν, τι σου είπε;»
Ο δικηγόρος διστάζει λίγο, ξεροκαταπίνει, και μεταφράζει:
«Να, ............. λέει ότι δεν έχετε τα κότσια να τον πυροβολήσετε».
Ένας Κρητικός, ο Σήφης, όπως κάθε χρόνο, έχει συμπληρώσει τη φορολογική του δήλωση και πριν την καταθέσει, την πάει στον κουμπάρο του το λογιστή για ένα έλεγχο.
Ιδίως φέτος, που λόγω Τρόικας, έχουν σφίξει τα πράγματα και έχει ένα ψάρωμα παραπάνω!
Ο λογιστής τσεκάρει προφορικά πίνοντας τη ρακή που έχει έρθει στο τραπέζι, κάνοντας τις συνήθεις ερωτήσεις:
Έβαλες το σπίτι;
«Βέβαια», απαντά ο κουμπάρος.
Έβαλες το εξοχικό σπίτι;
«Βέβαια», απαντά ο κουμπάρος.
Έβαλες τις ελιές;
«Βέβαια», ξανα-απαντά ο κουμπάρος.
Έβαλες το κοπέλι που σπουδάζει στην Αθήνα;
«Ε, βέβαια, το κοπέλι θα λησμονούσα ...».
Έβαλες το αγροτικό και το άλλο αμάξι της γυναίκας σου;
«Βέβαια ρε κουμπάρε, όπως κάθε χρόνο!».
Έβαλες τη γκόμενα που έχεις, δηλ. τη γυναίκα του Μανωλιού;
Κάγκελο ο παίχτης... «Τι εννοείς ρε κουμπάρε;», ρωτάει.
Απαντά ο γνώστης λογιστής: «από φέτος, όσοι έχουν γκόμενα, τη δηλώνουν στην Εφορία!».
Σκεπτικός ο παίχτης ξύνει το κεφάλι του αμήχανα για μερικά δευτερόλεπτα και απαντά, τοποθετούμενος ως εξής:
«Τη γκόμενα θα τη δηλώσει αυτός που έχει την ψιλή κυριότητα, εγώ έχω μόνο την επικαρπία!!!!!».
Γι' αυτό, ησυχάστε όλοι και δείτε τα ευεργετήματα του νόμου:
με το περιουσιολόγιο, ... θα πηδάει ο Μιχαλιός και θα φορολογείται ο Μανωλιός !
Δύο αλλοδαποί φίλοι, που είχαν χαθεί για πολύ καιρό μετά από τότε που ήρθαν στην Ελλάδα συναντιούνται τυχαία σε κεντρικό δρόμο της Αθήνας...
Ο πρώτος ντυμένος εντελώς διαφορετικά, κατεβαίνει από ένα αυτοκίνητο.
Ο δεύτερος, κακομοίρης, κρατώντας στα χέρια ένα πακέτο κάλτσες που προσπαθούσε να πουλήσει, λέει στον φίλο του:
- Βλέπω καλοπερνάς! Τί δουλειά κάνεις και τα οικονομάς;
- Ζητιανεύω στο δρόμο.
- Και βγάζεις τόσα πολλά;
- Ναι σου λέω, δοκίμασε το και εσύ και θα δεις.
- Μετά από κάνα δυο μέρες ο ταλαίπωρος, ξαναβλέπει τον πλούσιο φίλο του.
- Με κορόιδεψες, δύο μέρες ζητιανεύω στο δρόμο και μάζεψα μόνο 1 ευρώ και ας είχα γράψει στην επιγραφή που κρατούσα ότι η γυναίκα μου είναι άρρωστη και ότι τα τρία μου παιδιά πεινάνε.
- Κοίτα εγώ τι μάζεψα μέσα σε δύο μέρες;
Και του ανοίγει μια τσάντα γεμάτη δεκάευρα.
- Δεν είναι δυνατόν, τι έγραφες στην επιγραφή;
- Ότι μου λείπουν μόνο 10 ευρώ για να επιστρέψω για πάντα στην πατρίδα μου.