ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ;

Μηνύματα
14.212
Reaction score
1.844
Απάντηση: Re: ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ;

Μασκαράς

Κύριες σημασίες:
α) ....

β) αναιδής, ανήθικος, κακοήθης.
Σ' αυτή τη σημασία κατά Στ. Κυριακίδη η λέξη προέρχεται από το τουρκ. maskara και αυτό από το αραβ. maschara.
Στο β) θα διαφωνήσω με τον κ, Κυριακίδη :108:, η προσφορότερη απάντηση είναι υποκριτής, αυτός που παίζει παράσταση για να παραπλανήσει, ή για να διασκεδάσει την παρέα.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Λαγάνα

Άρτος παρασκευαζόμενος άνευ προζύμης έχων σχήμα ελλειψοειδές, εν χρήσει ιδίως τήν Καθαράν Δευτέραν.

Προέρχεται από τη μεταγενέστερη λέξη τό λάγανον (= είδος πλακουντίου, δηλ. λεπτής και πλατιάς πίτας, ψημένης με λάδι). Κατά το Λεξικό του J. Hofmann, η λέξη συνδέεται με το επίθετο λαγαρός (= χαλαρός, λεπτός, στενός) και το ρήμα λαγγάζω (= ενδίδω, υποχωρώ, είμαι χαλαρός) της αρχαίας.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Ήπειρος

Κύριο γεωγραφικό όνομα που προέρχεται από το προσηγορικό της αρχαίας Ήπειρος (γη) = η ξηρά, η στεριά - κυρίως σε αντίθεση με τη θάλασσα.

Ήδη στον Όμηρο η λέξη χρησιμοποιείται για να δηλώσει συγκεκριμένα την ξηρά της Δυτικής Ελλάδας, σε αντίθεση με την Ιθάκη και τα γειτονικά νησιά. Χαρακτηριστική η παρατήρηση του Εύμαιου, ενώ φιλοξενεί τον άγνωστο ακόμη Οδυσσέα: «Ου τινι τόσση ανδρών ηρώων, ουτ' ηπείροιο μελαίνης ουτ' αυτής Ιθάκης», δηλ. σε κανέναν άλλον ήρωα δεν υπάρχει τόση (περιουσία), ούτε στη σκοτεινή στεριά ούτε στο νησί της Ιθάκης.

Κατά την αρχαιότητα Ήπειρος ονομάζεται η περιοχή που εκτείνεται από τον Αμβρακικό κόλπο και τη σημερινή πόλη της Πρέβεζας μέχρι την Ιλλυρία, χώρα «βαρβάρων», στη σημερινή Νότια Αλβανία.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Ρούμελη

Ονομασία της Στερεάς Eλλάδας (συνήθως με εξαίρεση της Aττικής). Προέρχεται από την τουρκική λέξη Rum ili, που σημαίνει: χώρα των Ρωμαίων, των Ρωμιών, δηλ. των Ελλήνων.

Σχηματίστηκε από τη μεσαιωνική λέξη Ρωμιός (εσφαλμένη γραφή: Ρωμηός), εξέλιξη του μεταγενέστερου Ρωμαίος (από την πόλη Ρώμη), ονομασία που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους (5ος αι. μ.Χ.) και μέχρι την πτώση της Κων/πολης (το 1453 μ.Χ.) αποδόθηκε από τους Άραβες και τους Τούρκους στους πολίτες του Ανατολικού Ρωμαϊκού κράτους, δηλ. του Βυζαντίου.

Έτσι, οι Έλληνες ονομάζονταν Ρουμ, Ρωμιοί, η χώρα τους Ρούμελη και το πατριαρχείο ρωμαϊκό. Μετά την άλωση της Πόλης, Ρούμελη ονομάζεται η ευρωπαϊκή Τουρκία και, ειδικότερα, οι ευρωπαϊκές τουρκικές επαρχίες της νότιας Βαλκανικής (πλην του Αιγαίου).
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Μακεδονία

Πρώτος ο Ηρόδοτος χρησιμοποιεί το τοπωνύμιο Μακεδονία, για να ονομάσει τη γεωγραφική περιοχή που βρίσκεται βόρεια της Θεσσαλίας, ανάμεσα στα Βαλκάνια και στην ελληνική χερσόνησο, η οποία κατά την ιστορική της διαδρομή έλαβε ποικίλη έκταση.

Μακεδνοί, Μακεδόνες ή Μακέται ήταν οι ονομασίες που χρησιμοποιήθηκαν στην αρχαιότητα για τους Έλληνες της Μακεδονίας. Οι λέξεις προέρχονται από το επίθετο της αρχαίας μακεδνός - γνωστό ήδη στον Όμηρο - που σημαίνει μακρύς, ψηλός (από την ίδια ρίζα και οι λέξεις μάκρος και μήκος).

Έτσι, η ονομασία Μακεδονία θα σήμαινε αρχικά τη μακρινή ή ψηλά ευρισκόμενη (δηλ. βόρεια) περιοχή - χώρα.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Πελοπόννησος

Σύνθετη λέξη (Πέλοπος νήσος), που διασώζει τη μυθολογική εκδοχή για την ονομασία της χερσονήσου από το μυθικό γιο του Ταντάλου, τον Πέλοπα. Αυτός, ορμώμενος από την Ήλιδα (τη δυτική επαρχία της Πελοποννήσου, που εκτείνεται από την Αχαϊα ως τη Μεσσηνία) - η οποία του δόθηκε από τον Οινόμαο ως γαμήλιο δώρο, όταν κέρδισε σε αμαξοδρομία το χέρι της κόρης του, της Ιπποδαμείας - έγινε κύριος του μεγαλύτερου μέρους της Πελοποννήσου και - όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης και ο Πολύβιος - συνετέλεσε στην ανάπτυξη της χώρας.

Οι αρχαίες επωνυμίες της Πελοποννήσου ήταν Άργος, Αιγιάλεια, Πελασγία, Απία και Ιναχία.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η λαϊκή ονομασία της Πελοποννήσου: Μοριάς. Η λέξη προέρχεται από το μεσαιωνικό Μορέας και αυτό από το μεταγενέστερο ουσιαστικό μορέα (= μουριά, συκαμινιά). Το όνομα δόθηκε σε όλη τη χερσόνησο από μια περιοχή της, όπου καλλιεργούνταν η μουριά.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Αλισάχνη

Το εύθρυπτο στρώμα λεπτού αλατιού που μένει στα κοιλώματα των βράχων όταν εξατμίζεται το θαλασσινό νερό και η πολύ αλμυρή γεύση: το φαγητό έγινε αλισάχνη.

Η λέξη προέρχεται από το αλ(ός)-ι (γεν. της αρχαίας λέξης άλς = αλάτι) + αρχ. άχνη ( = αφρός).

Τη φράση αλός άχνη τη συναντούμε στην Οδύσσεια: είλυτο δε πανθ' άλός άχνη (Ε 403) και στην Ιλιάδα: Ως δ΄ ότε κύμα θαλάσσης. μεγάλα βρέμει, αμφί δε τ`άκρας κυρτόν εόν κορυφούται, αποπτύει δ' αλός άχνην (Δ 426)
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Πέζα

Οι άκρες των απόκρημνων ορεινών βράχων, τα στενά φρύδια των γκρεμών, στα οποία οι κατσίκες συνηθίζουν να ισορροπούν για να βοσκήσουν: γκρεμίστηκε η αίγα από την πέζα.

Η λέξη συναντιέται και σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου, ενώ στη νεοελληνική τη βρίσκουμε στα παράγωγα πεζούλα και πεζούλι.

Πέζα < αρχ. πέζα = το πόδι, το κατώτατο άκρο κάθε πράγματος.
 

lakiss51

"Επαγγελματίας"
Μηνύματα
11.826
Reaction score
2.427
Απάντηση: Re: ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ;

Ως δ΄ ότε κύμα θαλάσσης. μεγάλα βρέμει, αμφί δε τ`άκρας κυρτόν εόν κορυφούται, αποπτύει δ' αλός άχνην (Δ 426)
Τι θεια περιγραφη για τον αφρο του κυματος! Αχ ιερη γλωσσα μου των προγονων που σε σκυλευουν καθε στιγμη ολα τα αποβλητα της σκεψης, οι μεταμοντερνοι, οι εκσυγχρονιστες, οι νεοφιλελευθεροι και παγκοσμιοποιημενοι....
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Πουργός

...και προυγός.

Είναι ο βοηθός του χτίστη. Ορισμένες φορές από παραδρομή δημιουργείται σύγχυση αρμοδιοτήτων και πουργός καλείται ο πρωτομάστορας.

Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο υπουργός = ο βοηθός, αυτός που προσφέρει υπηρεσία.
Ο ιστορικός Πολύβιος (2ος αι. π.Χ.) γράφει για τον Κολοσσό της Ρόδου: Πτολεμαίος επηγγείλατο. εις την του κολοσσού κατασκευήν τάλαντα τρισχίλια, οικοδόμους εκατόν, υπουργούς τριακοσίους και πεντήκοντα.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Μπουρμάς

Πληθ. μπουρμάδες. Έτσι ονομάζονταν οι εξισλαμισμένοι κρητικοί, οι οποίοι αρχικά ήταν κρυπτοχριστιανοί και μετά μερικές γενιές εξισλαμίστηκαν αληθινά. Στις δυτικές επαρχίες αποκαλούνταν και ξεκουκούλωτοι, αδιάντροποι δηλαδή, χαρακτηρισμός που απηχούσε και τις απόψεις πολλών οθωμανών.

Έπιναν κρασί, έτρωγαν χοιρινό, οι περισσότεροι δεν γνώριζαν ούτε λέξη τουρκικά, ήταν μονογαμικοί κι έκαναν συχνά μικτούς γάμους χωρίς να υποχρεώνουν τους συντρόφους τους να αλλάζουν δόγμα. Η πλημμελής τήρηση των κανόνων της μουσουλμανικής θρησκείας έκανε τους Τούρκους να τους αποκαλούν μπουρμάδες, δηλ. ξευτελισμένους.

Μπουρμάς < τουρκ. burma = κρουνός αλλά και ευνουχισμός, αφού όπως ο κρουνός κλείνει με στρίψιμο έτσι και ο ευνουχισμός γίνεται με στρίψιμο των γεννητικών αδένων.

Άρα όπως ο ευνουχισμένος στερείται ανδρισμού, έτσι και ο εξωμότης στερείται αξιοπρέπειας και τιμής.

Μπουρμαδάκι λέγεται και το νεαρό σαλιγκαράκι με το τρυφερό κέλυφος.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Σκουτελοβαρίσκω

Λέξη σύνθετη από το σκουτέλ(ι)-ο + βαρίσκω (= χτυπώ, πληγώνομαι αλλά και πληγώνω. < βαρ(ώ) + -ισκω. Μτχ. παρακ. = βαρισμένος).

Σημαίνει χτυπώ το σκουτέλι και κατ' επέκτασιν τσουγκρίζω το ποτήρι, για πρόποση. Πολύ συχνά συναντιέται στη φράση σκουτελοβαρίσκω σου και αντιστέκομαι σου.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Λαμπαδηδρομία
Λόγια λέξη.

Αρχαίο αγώνισμα δρόμου με αναμμένες λαμπάδες ή δάδες, κατά το οποίο οι διαγωνιζόμενοι έπρεπε να μεταφέρουν αναμμένους δαυλούς προς το τέρμα, συνήθως στο βωμό του θεού ή της θεάς που γιορταζόταν. Στην αρχαία Αθήνα αποτελούσε μέρος των Παναθηναίων και των γιορτών κυρίως προς τιμήν των θεών της φωτιάς Προμηθέα και Ηφαίστου.

Η λαμπαδηδρομία είναι σύνθετη λέξη: λαμπάς, -άδος (= δάδα, πυρσός < λάμπω = παρέχω φως, εκπέμπω λάμψη, ακτινοβολώ) + δρόμος.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Πυρσός

Δάς φλεγομένη, δαυλός, λαμπάς, γενική ονομασία για φορητά φωτιστικά αντικείμενα - ιδίως για αναμμένο κομμάτι από δαδί (= ρητινώδες ξύλο) - ή κατασκευή που περιέχει εύφλεκτο υλικό. Λέξη της αρχαίας ελληνικής, που ετυμολογείται από το πυρ (+ επίθημα -σός). Από την ίδια ρίζα το ρήμα πυρσαίνω = καθιστώ τι(να) πυρρόν, ερυθρόν.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Δάδα

Αρχική σημασία: δαυλός, πυρσός εκ δαδίου, λαμπάς, κομμάτι ξύλου από την καρδιά ρητινώδους δέντρου, συνήθ. πεύκου, που το άναβαν και το χρησιμοποιούσαν ως φωτιστικό μέσο.

Ετυμολογείται από το αρχαίο δας (αιτ. δάδα), παράγωγο ουσ. του ρήματος δαίω (= ανάβω, κάνω κάτι να καίει).

Από το δαίω ετυμολογείται και ο δαυλός: επίμηκες ξύλο προορισμένο να καεί, κυρίως για φωτισμό, αλλά και για θέρμανση ή για μαγείρεμα.

Αρχική σημασία της λέξης: ο πυκνώς πεφυτευμένος, δασύς, πυκνός και στη συνέχεια: δασύ ημίφλεκτον ξύλον (Ησύχιος).
Η λέξη, που στην αρχαία εμφανίζεται ως δαλός, επανεμφανίζεται στη μεσαιωνική ελληνική: βάστα τούτους τσι δαυλούς, προθυμερά τσι πιάσε (Θυσ. 740).

Ο Σκαρλάτος Βυζάντιος αναφέρει διαλεκτικούς τύπους: δαλός, δαβελός ή δαιελός.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Μπουγάτσα

(χωρίς γεν. πλ.) και μπογάτσα,

πίτα γλυκιά ή αλμυρή ή με γεύση που συνδυάζει τα δύο. Στην πρώτη περίπτωση περιέχει γέμιση κρέμας και πασπαλίζεται με άχνη ζάχαρη, στη δεύτερη έχει γέμιση τυριού, στην τρίτη έχει μεν γέμιση τυριού αλλά πασπαλίζεται με ζάχαρη και κανέλα.

Σύμφωνα με το λεξικό του Μπαμπινιώτη η λέξη ετυμολογείται ως εξής: μπουγάτσα < πογάτσα < τουρκ. bogaca < ιταλ. focaccia < μτγν. λατ. (panis) focacius φουρνισμένο αρτοσκεύασμα < λατ. focus εστία, φωτιά.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Γαλακτομπούρεκο

Γλυκό που φτιάχνεται με φύλλα κρούστας, γάλα και σιρόπι.

Σύνθετη λέξη: γαλακτο- (< γάλα) + μπουρέκι. Το δε μπουρέκι (γεν. μπουρεκιού, -ιών) είναι. γλύκισμα που αποτελείται από φύλλα ζύμης και γέμιση κρέμας ή φρούτων αλλά και φαγητό με φύλλα ζύμης και γέμιση τυριού, κρέατος, κιμά, χορταρικών.

Προέρχεται από το μεσαιωνικό μπουρέκιον κι αυτό από το τούρκικο borek.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Χαλβάς

Η γνωστή παρασκευή σιμιγδαλιού που γλυκαίνει με σιρόπι ή πετιμέζι, αλλά και η παραλλαγή που υπάρχει στο εμπόριο και φτιάχνεται με ταχίνι, όπως και γλυκά σκευάσματα που έχουν για βάση το τυρί ή μίγματα οσπρίων και αλεύρων.

Ο χαλβάς είναι λέξη αραβική. Helva, σημαίνει γλυκό. Είναι το κυριότερο παραδοσιακό γλυκό των μουσουλμάνων Τούρκων. Μάλιστα αποτέλεσε μέρος των τελετών μύησης στις θρησκευτικές αδελφότητες των Αχήδων και των Μεβλεβήδων, ήδη απο τον 13ο αιώνα
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Πελτές

Σκεύασμα πηχτό, που παρασκευάζεται με χυμό φρούτων και ζάχαρη. Αγαπημένο γλυκό τόσο των αγροτικών όσο και των αστικών νοικοκυριών μέχρι την δεκαετία του 1970. Η λέξη είναι τουρκική, pelte, παραφθορά του περσικού palude, που σημαίνει σουρωμένο.
 

Μηνύματα
16.219
Reaction score
3.876
Χοσάφι

Κομπόστα αποξηραμένων ή φρέσκων φρούτων. Ενίοτε εμπλουτίζεται με αμύγδαλα. Με την ονομασία αυτή συναντιέται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.

Σύμφωνα με την "Οθωμανική Μαγειρική" της Μαριάννας Γερασίμου, η λέξη προέρχεται από το τουρκικό hosaf, το οποίο είναι παραφθορά του περσικού hos ab, και σημαίνει εύχαρες ύδωρ.
 


Staff online

  • abcd
    Πρώην Διοικητής ο τροπαιοφόρος
  • xfader
    Segregation supporter
  • Zizik
    Safety Last

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ

Threads
175.129
Μηνύματα
3.002.164
Members
38.412
Νεότερο μέλος
FotisLam
Top