- Μηνύματα
- 28.176
- Reaction score
- 58
Re: Indiana Jones 4 ( 2008 )
Indy is back!
Θα «τσιμπήσει» το κοινό των μπλοκμπάστερ από την επιστροφή ενός ήρωα που θα μπορούσε να είναι... παππούς τους;
την επίσημη ιστοσελίδα του Ιντιάνα Τζόουνς έχει ήδη ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση -52 μέρες, μετρώντας από σήμερα- για την παγκόσμια πρεμιέρα, στις 22 Μαΐου, του πολυαναμενόμενου «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και το Βασίλειο του Κρυστάλλινου Κρανίου», στο Facebook έχει δημιουργηθεί πολυπληθές γκρουπ φανατικών θαυμαστών (περίπου 20 χιλιάδες την ημέρα που γραφόταν αυτό το κείμενο), και στο online χρηματιστηριακό παιχνίδι Hsx.com η μετοχή της νέας ταινίας έχει εκτοξευθεί στα ύψη: δεκαεννιά χρόνια μετά το τέλος της τριλογίας, ο γοητευτικός καθηγητής Αρχαιολογίας με το δερμάτινο μπουφάν, το καπέλο, το μαστίγιο και τους παλιομοδίτικους μπελάδες είναι έτοιμος να εφορμήσει εκ νέου στις κινηματογραφικές αίθουσες και να συναγωνιστεί επάξια τους die hard ήρωες του σήμερα.
«Οταν γυρίστηκε η Τελευταία Σταυροφορία, πιστεύαμε ότι η εικόνα του Ιντι που χάνεται στο ηλιοβασίλεμα ήταν το τέλειο τέλος για την τριλογία. Ποτέ μη λες ποτέ όμως!», λέει ο Φρανκ Μάρσαλ, ένας εκ των παραγωγών. Το παιχνίδι της δημοσιότητας έχει αρχίσει από καιρό, οι φήμες οργιάζουν, οι αποκαλύψεις γίνονται με το σταγονόμετρο και στο Διαδίκτυο οι συζητήσεις δίνουν και παίρνουν. Κοινό και κριτικοί ακονίζουν τα μαχαίρια τους και η γερασμένη μεν, πανίσχυρη δε τριάδα -Στίβεν Σπίλμπεργκ, Τζορτζ Λούκας, Χάρισον Φορντ- ενισχυμένη με παλιούς γνώριμους και οσκαρικούς σταρ ελπίζει ότι θα κερδίσει το στοίχημα.
Ο Τζορτζ Λούκας και ο Στίβεν Σπίλμπεργκ γνωρίστηκαν το 1967 σ' ένα φοιτητικό κινηματογραφικό φεστιβάλ, όπου ο Λούκας παρουσίαζε την μικρού μήκους του, THX 1138: 4ΕΒ. Ο Σπίλμπεργκ ενθουσιάστηκε με την ταινία και τις συστάσεις ανέλαβε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, που έτυχε να βρίσκεται κι αυτός εκεί. Στις αρχές της δεκαετίας του '70, άσημοι ακόμα και οι δύο, ξανασυναντήθηκαν στο Λος Αντζελες. Ο Λούκας έκανε το κάστινγκ της ταινίας του, «American Graffiti» και ο Σπίλμπεργκ δούλευε το σενάριο για το «The Sugarland Express». Η τύχη το έφερε να μείνουν στο ίδιο μέρος και να γίνουν φίλοι. Τα χρόνια περνούσαν, η καριέρα των δύο αντρών απογειωνόταν -ο Σπίλμπεργκ σκηνοθέτησε τα θρυλικά Σαγόνια του Καρχαρία, ο Λούκας δημιούργησε τον αξεπέραστο Πόλεμο των Αστρων- και ο τραπεζικός τους λογαριασμός άγγιζε τα πολλά μηδενικά.
Σύμφωνα με αφιέρωμα τού περιοδικού Vanity Fair, η τρίτη συνάντηση, που ήταν και η καθοριστική για το «Ιντιάνα Τζόουνς», έγινε στη Χαβάη το 1977, στο θέρετρο Mauna Kea. Η ιδέα του ανήσυχου αρχαιολόγου δεν ήταν καινούργια στον Λούκας, τη δούλευε ήδη από τη δεκαετία του '70. Αρχικώς, ο κινηματογραφικός ήρωας που είχε στο μυαλό του λεγόταν Ιντιάνα Σμιθ και είχε τις ρίζες του στα τηλεοπτικά σίριαλ της δεκαετίας του '30. Σιγά σιγά το προφίλ του καθηγητή Τζόουνς εξελίχθηκε για να καταλήξει στον γνωστό σε όλους μας Ιντιάνα: έναν αγέραστο, άτρωτο πρωταγωνιστή, έναν υπερ-ήρωα -κάτι μεταξύ Λούκι Λουκ και Τζέιμς Μποντ- που ακολουθεί όλα τα κλισέ και που στον δρόμο του εμφανίζεται πάντα ένα όμορφο κορίτσι. Και ποιος θα μπορούσε να τον ενσαρκώσει καλύτερα από τον Χάρισον Φορντ, έναν ηθοποιό που, όπως δήλωσε και ο Λούκας, πατάει στα χνάρια του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και του Κλαρκ Γκέιμπλ;
Οι «Κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού» έμελλε να γίνουν η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του 1981. Κέρδισε 4 Οσκαρ (Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, Οπτικών Εφέ, Μοντάζ και Ηχου), ενώ συνολικά ήταν υποψήφια για εικοσιένα βραβεία, μεταξύ των οποίων και για το Σεζάρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Τα δύο σίκουελ, το πιο βίαιο «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο Ναός του Χαμένου Θησαυρού» και το πιο τρυφερό «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και η Τελευταία Σταυροφορία» (με έμφαση στη σχέση πατέρα - γιου), δέχτηκαν κακή κριτική, απέσπασαν λιγότερα βραβεία, αλλά στα ταμεία των κινηματογράφων τα πήγαν περίφημα.
Indy is back!
Θα «τσιμπήσει» το κοινό των μπλοκμπάστερ από την επιστροφή ενός ήρωα που θα μπορούσε να είναι... παππούς τους;
την επίσημη ιστοσελίδα του Ιντιάνα Τζόουνς έχει ήδη ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση -52 μέρες, μετρώντας από σήμερα- για την παγκόσμια πρεμιέρα, στις 22 Μαΐου, του πολυαναμενόμενου «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και το Βασίλειο του Κρυστάλλινου Κρανίου», στο Facebook έχει δημιουργηθεί πολυπληθές γκρουπ φανατικών θαυμαστών (περίπου 20 χιλιάδες την ημέρα που γραφόταν αυτό το κείμενο), και στο online χρηματιστηριακό παιχνίδι Hsx.com η μετοχή της νέας ταινίας έχει εκτοξευθεί στα ύψη: δεκαεννιά χρόνια μετά το τέλος της τριλογίας, ο γοητευτικός καθηγητής Αρχαιολογίας με το δερμάτινο μπουφάν, το καπέλο, το μαστίγιο και τους παλιομοδίτικους μπελάδες είναι έτοιμος να εφορμήσει εκ νέου στις κινηματογραφικές αίθουσες και να συναγωνιστεί επάξια τους die hard ήρωες του σήμερα.
«Οταν γυρίστηκε η Τελευταία Σταυροφορία, πιστεύαμε ότι η εικόνα του Ιντι που χάνεται στο ηλιοβασίλεμα ήταν το τέλειο τέλος για την τριλογία. Ποτέ μη λες ποτέ όμως!», λέει ο Φρανκ Μάρσαλ, ένας εκ των παραγωγών. Το παιχνίδι της δημοσιότητας έχει αρχίσει από καιρό, οι φήμες οργιάζουν, οι αποκαλύψεις γίνονται με το σταγονόμετρο και στο Διαδίκτυο οι συζητήσεις δίνουν και παίρνουν. Κοινό και κριτικοί ακονίζουν τα μαχαίρια τους και η γερασμένη μεν, πανίσχυρη δε τριάδα -Στίβεν Σπίλμπεργκ, Τζορτζ Λούκας, Χάρισον Φορντ- ενισχυμένη με παλιούς γνώριμους και οσκαρικούς σταρ ελπίζει ότι θα κερδίσει το στοίχημα.
Ο Τζορτζ Λούκας και ο Στίβεν Σπίλμπεργκ γνωρίστηκαν το 1967 σ' ένα φοιτητικό κινηματογραφικό φεστιβάλ, όπου ο Λούκας παρουσίαζε την μικρού μήκους του, THX 1138: 4ΕΒ. Ο Σπίλμπεργκ ενθουσιάστηκε με την ταινία και τις συστάσεις ανέλαβε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, που έτυχε να βρίσκεται κι αυτός εκεί. Στις αρχές της δεκαετίας του '70, άσημοι ακόμα και οι δύο, ξανασυναντήθηκαν στο Λος Αντζελες. Ο Λούκας έκανε το κάστινγκ της ταινίας του, «American Graffiti» και ο Σπίλμπεργκ δούλευε το σενάριο για το «The Sugarland Express». Η τύχη το έφερε να μείνουν στο ίδιο μέρος και να γίνουν φίλοι. Τα χρόνια περνούσαν, η καριέρα των δύο αντρών απογειωνόταν -ο Σπίλμπεργκ σκηνοθέτησε τα θρυλικά Σαγόνια του Καρχαρία, ο Λούκας δημιούργησε τον αξεπέραστο Πόλεμο των Αστρων- και ο τραπεζικός τους λογαριασμός άγγιζε τα πολλά μηδενικά.
Σύμφωνα με αφιέρωμα τού περιοδικού Vanity Fair, η τρίτη συνάντηση, που ήταν και η καθοριστική για το «Ιντιάνα Τζόουνς», έγινε στη Χαβάη το 1977, στο θέρετρο Mauna Kea. Η ιδέα του ανήσυχου αρχαιολόγου δεν ήταν καινούργια στον Λούκας, τη δούλευε ήδη από τη δεκαετία του '70. Αρχικώς, ο κινηματογραφικός ήρωας που είχε στο μυαλό του λεγόταν Ιντιάνα Σμιθ και είχε τις ρίζες του στα τηλεοπτικά σίριαλ της δεκαετίας του '30. Σιγά σιγά το προφίλ του καθηγητή Τζόουνς εξελίχθηκε για να καταλήξει στον γνωστό σε όλους μας Ιντιάνα: έναν αγέραστο, άτρωτο πρωταγωνιστή, έναν υπερ-ήρωα -κάτι μεταξύ Λούκι Λουκ και Τζέιμς Μποντ- που ακολουθεί όλα τα κλισέ και που στον δρόμο του εμφανίζεται πάντα ένα όμορφο κορίτσι. Και ποιος θα μπορούσε να τον ενσαρκώσει καλύτερα από τον Χάρισον Φορντ, έναν ηθοποιό που, όπως δήλωσε και ο Λούκας, πατάει στα χνάρια του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και του Κλαρκ Γκέιμπλ;
Οι «Κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού» έμελλε να γίνουν η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του 1981. Κέρδισε 4 Οσκαρ (Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, Οπτικών Εφέ, Μοντάζ και Ηχου), ενώ συνολικά ήταν υποψήφια για εικοσιένα βραβεία, μεταξύ των οποίων και για το Σεζάρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Τα δύο σίκουελ, το πιο βίαιο «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο Ναός του Χαμένου Θησαυρού» και το πιο τρυφερό «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και η Τελευταία Σταυροφορία» (με έμφαση στη σχέση πατέρα - γιου), δέχτηκαν κακή κριτική, απέσπασαν λιγότερα βραβεία, αλλά στα ταμεία των κινηματογράφων τα πήγαν περίφημα.